επί τη εμφανίσει
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- επί τη εμφανίσει < καθαρεύουσα ἐπὶ τῇ ἐμφανίσει < → δείτε επί, τῇ ἐμφανίσει, (δοτική) του ἐμφάνισις (εμφάνιση)
Έκφραση
επεξεργασίαεπί τη εμφανίσει
- (λόγιο) με την εμφάνιση, με την επίδειξη, μόλις το εμφανίσει (επιδείξει) κάποιος
- ⮡ πληρώνεται επί τη εμφανίσει και σε συγκεκριμένη ημερομηνία
- → χρειάζεται παράθεμα σε άλλη έκφραση
Εκφράσεις
επεξεργασία- πληρωτέαι (εννοείται: δραχμαί) επί τη εμφανίσει (πληρωτέες με την εμφάνιση): ο χρυσός που αντιστοιχούσε στο ποσό των δραχμών του χαρτονομίσματος και έπρεπε να καταβληθεί στον κομιστή του, μόλις το εμφάνιζε (για κατάθεση) στο ταμείο της τράπεζας, την εποχή που ίσχυε η ανταλλαξιμότητα των χαρτονομισμάτων με χρυσό. Ωστόσο, αναγραφόταν και για αρκετό καιρό, στερεότυπα, και έπειτα από την κατάργηση της ανταλλαξιμότητας.
Αντίθετα, τα κέρματα, ζυγίζονται και υπολογίζεται η αξία του βάρους του μετάλλλου τους.