↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το εντοίχισμα τα εντοιχίσματα
      γενική του εντοιχίσματος των εντοιχισμάτων
    αιτιατική το εντοίχισμα τα εντοιχίσματα
     κλητική εντοίχισμα εντοιχίσματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
εντοίχισμα < εντοιχίζω + -μα

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

εντοίχισμα ουδέτερο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία
  • εντοίχισμα - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη.  (συντομογραφίες)