Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εμβολιοθεραπεία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Άλλες μορφές
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
εμβολιοθεραπεί
α
οι
εμβολιοθεραπεί
ες
γενική
της
εμβολιοθεραπεί
ας
των
εμβολιοθεραπει
ών
αιτιατική
την
εμβολιοθεραπεί
α
τις
εμβολιοθεραπεί
ες
κλητική
εμβολιοθεραπεί
α
εμβολιοθεραπεί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
εμβολιοθεραπεία
<
εμβόλιο
+
-ο-
+
-θεραπεία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
εμβολιοθεραπεία
θηλυκό
(
ιατρική
) η
θεραπεία
με
χρήση
εμβολίων
Άλλες μορφές
επεξεργασία
εμβολιοθεραπευτική
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εμβολιοθεραπεία