Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εκχυλιστήρας
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
εκχυλιστήρ
ας
οι
εκχυλιστήρ
ες
γενική
του
εκχυλιστήρ
α
των
εκχυλιστήρ
ων
αιτιατική
τον
εκχυλιστήρ
α
τους
εκχυλιστήρ
ες
κλητική
εκχυλιστήρ
α
εκχυλιστήρ
ες
Κατηγορία
όπως «
αγώνας
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
εκχυλιστήρας
<
εκχυλίζω
+
-τήρας
Ουσιαστικό
επεξεργασία
εκχυλιστήρας
αρσενικό
συσκευή
που συμβάλλει στην
εκχύλιση
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εκχυλιστήρας