Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εκλαϊκεύτρια
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
εκλαϊκεύτρι
α
οι
εκλαϊκεύτρι
ες
γενική
της
εκλαϊκεύτρι
ας
των
εκλαϊκευτρι
ών
αιτιατική
την
εκλαϊκεύτρι
α
τις
εκλαϊκεύτρι
ες
κλητική
εκλαϊκεύτρι
α
εκλαϊκεύτρι
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
εκλαϊκεύτρια
<
εκλαϊκευτής
+
-τρια
Ουσιαστικό
επεξεργασία
εκλαϊκεύτρια
θηλυκό
θηλυκό
του
εκλαϊκευτής
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εκλαϊκεύτρια
γαλλικά
:
vulgarisatrice
(fr)