• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

εκατοστό

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις
    • 1.3 Κλιτικός τύπος επιθέτου

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το εκατοστό τα εκατοστά
      γενική του εκατοστού των εκατοστών
    αιτιατική το εκατοστό τα εκατοστά
     κλητική εκατοστό εκατοστά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
εκατοστό < εκατοστός

Ουσιαστικό

επεξεργασία

εκατοστό ουδέτερο

  • μονάδα μέτρησης που είναι ένα εκατοστό του μέτρου, ένα εκατοστόμετρο

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    εκατοστό

→ δείτε τη λέξη εκατοστόμετρο


Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

εκατοστό

  • αιτιατική ενικού του εκατοστός
  • ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του εκατοστός
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=εκατοστό&oldid=5279217"
Τελευταία επεξεργασία στις 26 Σεπτεμβρίου 2021, στις 19:07

Γλώσσες

    • English
    • Lietuvių
    • Malagasy
    • Polski
    • Русский
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 26 Σεπτεμβρίου 2021, στις 19:07.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας