• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

διαμαρτυρόμενη

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η διαμαρτυρόμενη οι διαμαρτυρόμενες
      γενική της διαμαρτυρόμενης των διαμαρτυρόμενων
    αιτιατική τη διαμαρτυρόμενη τις διαμαρτυρόμενες
     κλητική διαμαρτυρόμενη διαμαρτυρόμενες
Δείτε και διαμαρτυρομένη.
Επίσης, την κλίση της θηλυκής μετοχής στο διαμαρτυρόμενος.
Κατηγορία όπως «ασημόσκονη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

διαμαρτυρόμενη < ουσιαστικοποιημένο θηλυκό του επιθέτου διαμαρτυρόμενος

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

διαμαρτυρόμενη θηλυκό

  • (θρησκεία) θηλυκό του διαμαρτυρόμενος

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    διαμαρτυρόμενη
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=διαμαρτυρόμενη&oldid=5466429"
Τελευταία επεξεργασία στις 29 Ιανουαρίου 2022, στις 08:45

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 29 Ιανουαρίου 2022, στις 08:45.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie