δευτερολεπτοδείκτης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- δευτερολεπτοδείκτης < δευτερόλεπτο + δείκτης
Ουσιαστικό επεξεργασία
δευτερολεπτοδείκτης αρσενικό
- ο δείκτης του ρολογιού που δείχνει τα δευτερόλεπτα
δευτερολεπτοδείκτης αρσενικό