Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
δερματολογία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
δερματολογί
α
οι
δερματολογί
ες
γενική
της
δερματολογί
ας
των
δερματολογι
ών
αιτιατική
τη
δερματολογί
α
τις
δερματολογί
ες
κλητική
δερματολογί
α
δερματολογί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
δερματολογία
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
δερματολογία
θηλυκό
ο κλάδος της
ιατρικής
που ασχολείται με τις παθήσεις του
δέρματος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
δερματολογία
αγγλικά
:
dermatology
(en)
γαλλικά
:
dermatologie
(fr)
γερμανικά
:
Dermatologie
(de)