γούτος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | γούτος | οι | γούτοι |
γενική | του | γούτου | των | γούτων |
αιτιατική | τον | γούτο | τους | γούτους |
κλητική | γούτε | γούτοι | ||
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- γούτος < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
γούτος αρσενικό
Μεταφράσεις επεξεργασία
γούτος