πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η γουνίτσα οι γουνίτσες
      γενική της γουνίτσας
    αιτιατική τη γουνίτσα τις γουνίτσες
     κλητική γουνίτσα γουνίτσες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

γουνίτσα θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία