γολέττα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | γολέττα | οι | γολέττες |
γενική | της | γολέττας | των | γολεττών |
αιτιατική | τη | γολέττα | τις | γολέττες |
κλητική | γολέττα | γολέττες | ||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- γολέττα < γραφή του γολέτα με δύο < ττ >, ορθογραφικό δάνειο από τη γαλλική goélette. Δείτε την ετυμολογία στη γολέτα
Ουσιαστικό
επεξεργασίαγολέττα θηλυκό
- άλλη γραφή του γολέτα
- ※ καὶ ἐντὸς τοῦ λιμένος ἡμιολίαν ἢ Γολέττταν, ὡραίας κατασκευῆς, ἥτις ἦν προσωρμισμένη εἰς τὸ βάθος αὐτοῦ, καὶ εἰς τὸν ἄκρον ἱστὸν τῆς ἡμιολίας ἐπισείοντα ὅστις ἐκυμάτει, καὶ ἀπεδείκνυεν ὅτι τὸ πλοῖον ἦτο πολεμικόν.
- Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής (1809-1892), διήγημα "Ἡ Ναϊάς"
- ※ Ἀ π ό π λ ο υ ς […] Τὴν 22 ἡ Ἑλληνικὴ λέμβος, Τ ε ρ ψ ι θ έ α, εἰς Ὕδραν. — Ἡ Ἑλληνικὴ γολέττα Ἄ ρ γ ο ς, εἰς Πόρον καὶ Σαλαμῖνα.
- απόσπασμα από το ειδησεογραφικό κείμενο «Κίνησις πολεμικών πλοίων εν τω λιμάνι Ναυπλίου», Γενική Εφημερίς της Ελλάδος (Ναύπλιο, 3 Ιανουαρίου 1831), σ. 4.
- ※ καὶ ἐντὸς τοῦ λιμένος ἡμιολίαν ἢ Γολέττταν, ὡραίας κατασκευῆς, ἥτις ἦν προσωρμισμένη εἰς τὸ βάθος αὐτοῦ, καὶ εἰς τὸν ἄκρον ἱστὸν τῆς ἡμιολίας ἐπισείοντα ὅστις ἐκυμάτει, καὶ ἀπεδείκνυεν ὅτι τὸ πλοῖον ἦτο πολεμικόν.