γιδάρης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | γιδάρης | οι | γιδάρηδες |
γενική | του | γιδάρη | των | γιδάρηδων |
αιτιατική | τον | γιδάρη | τους | γιδάρηδες |
κλητική | γιδάρη | γιδάρηδες | ||
Κατηγορία όπως «μανάβης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ʝiˈða.ɾis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : γι‐δά‐ρης
Ουσιαστικό
επεξεργασίαγιδάρης αρσενικό
- (επάγγελμα) ο γιδοβοσκός
Συγγενικά
επεξεργασίαΣυνώνυμα
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία γιδάρης
→ δείτε τη λέξη γιδοβοσκός |
Πηγές
επεξεργασία- γιδάρης σελ.1620 - ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία. (συντομογραφίες & συγγραφέων)