Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
γερανίστας
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
γερανίστ
ας
οι
γερανίστ
ες
γενική
του
γερανίστ
α
των
γερανιστ
ών
αιτιατική
τον
γερανίστ
α
τους
γερανίστ
ες
κλητική
γερανίστ
α
γερανίστ
ες
Κατηγορία
όπως «
γαλαξίας
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
γερανίστας
<
γερανός
+
-ίστας
Ουσιαστικό
επεξεργασία
γερανίστας
αρσενικό
(
επάγγελμα
) χειριστής
γερανού
/
γερανογέφυρας
Μεταφράσεις
επεξεργασία
γερανίστας