↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η γαστραλγία οι γαστραλγίες
      γενική της γαστραλγίας των γαστραλγιών
    αιτιατική τη γαστραλγία τις γαστραλγίες
     κλητική γαστραλγία γαστραλγίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
γαστραλγία < (λόγιο δάνειο) γαλλική gastralgie[1] < γαστρο- + -αλγία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

γαστραλγία θηλυκό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία