Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
γαλί
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
γαλ
ί
τα
γαλ
ιά
γενική
του
γαλ
ιού
των
γαλ
ιών
αιτιατική
το
γαλ
ί
τα
γαλ
ιά
κλητική
γαλ
ί
γαλ
ιά
Οι καταλήξεις -ιού, -ιά, -ιών προφέρονται με
συνίζηση
.
Κατηγορία
όπως «
παιδί
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
γαλί
<
γάλ(ος)
+
-ί
Ουσιαστικό
επεξεργασία
γαλί
ουδέτερο
(
πτηνό
)
η
γαλοπούλα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
γαλί
→
δείτε
τη
λέξη
γαλοπούλα