Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
βλαχουριό
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
βλαχουρι
ό
τα
βλαχουρι
ά
γενική
του
βλαχουρι
ού
των
βλαχουρι
ών
αιτιατική
το
βλαχουρι
ό
τα
βλαχουρι
ά
κλητική
βλαχουρι
ό
βλαχουρι
ά
Κατηγορία
όπως «
βουνό
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
βλαχουριό
<
βλάχος
+
-ουριό
Ουσιαστικό
επεξεργασία
βλαχουριό
θηλυκό
(
ειρωνικό
,
μειωτικό
) το
βλαχαδερό
Μεταφράσεις
επεξεργασία
βλαχουριό
→
δείτε
τη λέξη
βλαχαδερό