βιοϊσοδυναμία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- βιοϊσοδυναμία < βιο- + ισοδυναμία
Ουσιαστικό επεξεργασία
βιοϊσοδυναμία θηλυκό
- (φαρμακευτική): συγκριτική ιδιότητα των φαρμάκων που παρουσιάζουν ίδια βιοδιαθεσιμότητα τόσο σε έκταση όσο και σε ρυθμό.
Σημειώσεις επεξεργασία
- αποτελεί ιδιότητα και αντικείμενο έρευνας της φαρμακοκινητικής
Μεταφράσεις επεξεργασία
βιοϊσοδυναμία
|