Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
βιολίστρια
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
βιολίστρι
α
οι
βιολίστρι
ες
γενική
της
βιολίστρι
ας
των
βιολιστρι
ών
αιτιατική
τη
βιολίστρι
α
τις
βιολίστρι
ες
κλητική
βιολίστρι
α
βιολίστρι
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
βιολίστρια
<
βιολιστής
+
-τρια
Ουσιαστικό
επεξεργασία
βιολίστρια
θηλυκό
(
επάγγελμα
) →
δείτε
τη λέξη
βιολιστής
Μεταφράσεις
επεξεργασία
βιολίστρια
αγγλικά
:
violinist
(en)
γερμανικά
:
Violinistin
(de)