βιβάζω
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- βιβάζω < → λείπει η ετυμολογία
Ρήμα
επεξεργασίαβιβάζω
- κάνω κάποιον ν’ ανέβει, να καβαλικέψει
- σηκώνω, υψώνω
- (βιολογία, για ζώα) βατεύω
- ※ 4ος πκε αιώνας ⌘ Ἀριστοτέλης, Τῶν περὶ τὰ ζῷα ἱστοριῶν, 6, 18 @scaife.perseus
- Ὅταν δὲ γεννήσῃ, τῷ πρώτῳ τὸν πρῶτον παρέχει μαστόν. Θυῶσαν δ’ οὐ δεῖ εὐθὺς βιβάζειν, πρὶν ἂν μὴ τὰ ὦτα καταβάλῃ· εἰ δὲ μή, ἀναθυᾷ πάλιν· ἂν δ’ ὀργῶσαν βιβάσῃ, μία ὀχεία, ὥσπερ εἴρηται, ἀρκεῖ.
- ΣτΕ:Ο Αριστοτέλης αναφέρεται στην αναπαραγωγική διαδικασία των γουρουνιών.
- Ὅταν δὲ γεννήσῃ, τῷ πρώτῳ τὸν πρῶτον παρέχει μαστόν. Θυῶσαν δ’ οὐ δεῖ εὐθὺς βιβάζειν, πρὶν ἂν μὴ τὰ ὦτα καταβάλῃ· εἰ δὲ μή, ἀναθυᾷ πάλιν· ἂν δ’ ὀργῶσαν βιβάσῃ, μία ὀχεία, ὥσπερ εἴρηται, ἀρκεῖ.
- ※ 4ος πκε αιώνας ⌘ Ἀριστοτέλης, Τῶν περὶ τὰ ζῷα ἱστοριῶν, 6, 18 @scaife.perseus
- (μεταφορικά) εκθειάζω, εξυψώνω
- → δείτε παράθεμα στο βιβῶν (μετοχή μέλλοντα)
Συγγενικά
επεξεργασία- ἀναβιβαστέος
- ἀναβιβάζω
- ἀνταναβιβάζω
- ἀντεμβιβάζω
- ἀποβιβασμός
- ἀποβιβάζω
- ἀποσυμβιβάζω
- ἀσυμβίβαστος
- διαβιβάζω
- εἰσβιβάζω
- δυσυποβίβαστος
- εἰσβιβάζω
- ἐκβιβασμός
- ἐκβιβαστής
- ἐκβιβαστικός
- ἐκβιβάζω
- ἐμβιβασμός
- ἐμβιβαστής
- ἐμβιβάζω
- ἐπαναβιβασμός
- ἐπαναβιβάζω
- ἐπιβιβάζω
- εὐσυμβίβαστος
- καταβιβασμός
- καταβιβαστέος
- καταβιβάζω
- κακοσυμβίβαστος
- μεταβιβαστέος
- μεταβιβάζω
- μετεκβιβάζω
- μετεμβιβάζω
- παραβιβάζω
- περιβιβάζω
- προβίβασις
- προβιβασμός
- προβιβάζω
- προδιαβιβάζω
- προεκβιβάζω
- προεμβιβάζω
- προσβιβάζω
- προσυμβιβάζω
- συγκαταβιβάζω
- συμβίβασις
- συμβιβασμός
- συμβιβαστικός
- συμβιβάζω
- συναναβιβάζω
- συνδιαβιβάζω
- συνεκβιβάζω
- συνεμβιβάζω
- ὑπερβίβασις
- ὑπερβιβασμός
- ὑπερβιβαστέον
- ὑπερβιβάζω
- ὑποβιβασμός
- ὑποβιβαστικός
- ὑποβιβάζω
Σημειώσεις
επεξεργασία- Για νεοελληνικά σύνθετα του αρχαίου βιβάζω → δείτε βάζω
Πηγές
επεξεργασία- βιβάζω - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- βιβάζω - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.