αφεντοχωριάτης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
αφεντοχωριάτης αρσενικό (θηλυκό αφεντοχωριάτισσα)
Μεταφράσεις επεξεργασία
αφεντοχωριάτης
|
Πηγές επεξεργασία
- αφεντοχωριάτης - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας