αφαλοκόψιμο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αφαλοκόψιμο ουδέτερο
- (λαϊκότροπο, ιατρική) η ομφαλοτομία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αφαλοκόψιμο
|