αρχηγίσκος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αρχηγίσκος < αρχηγός + υποκοριστικό επίθημα -ίσκος
Ουσιαστικό επεξεργασία
αρχηγίσκος αρσενικό
- (υποτιμητικά) αρχηγός μικρής ομάδας
- (υποτιμητικά) αρχηγός ανίκανης ομάδας
Συνώνυμα επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
αρχηγίσκος
|