↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αράπισσα οι αράπισσες
      γενική της αράπισσας των αραπισσών
    αιτιατική την αράπισσα τις αράπισσες
     κλητική αράπισσα αράπισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
αράπισσα < αράπης + κατάληξη θηλυκού -ισσα

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

αράπισσα θηλυκό

→ δείτε τη λέξη αράπης

  Μεταφράσεις

επεξεργασία