αποχουντοποίηση
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | αποχουντοποίηση | οι | αποχουντοποιήσεις |
γενική | της | αποχουντοποίησης | των | αποχουντοποιήσεων |
αιτιατική | την | αποχουντοποίηση | τις | αποχουντοποιήσεις |
κλητική | αποχουντοποίηση | αποχουντοποιήσεις | ||
Η λόγια γενική ενικού σε -εως δε συνηθίζεται σε νεότερες λέξεις. | ||||
Κατηγορία όπως «παγκοσμιοποίηση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίααποχουντοποίηση θηλυκό
- (πολιτική) η απομάκρυνση των υποστηρικτών της δικτατορίας από τον δημόσιο και κρατικό μηχανισμό
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη χούντα
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία αποχουντοποίηση
|