αποικιοκρατισμός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αποικιοκρατισμός < αποικιοκρατία + -ισμός
Ουσιαστικό
επεξεργασίααποικιοκρατισμός αρσενικό
Μεταφράσεις
επεξεργασία αποικιοκρατισμός
|
Πηγές
επεξεργασία- αποικιοκρατισμός - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας