ανεμοστάτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /a.ne.moˈsta.tis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐νε‐μο‐στά‐της
Ουσιαστικό
επεξεργασίαανεμοστάτης αρσενικό
Μεταφράσεις
επεξεργασία ανεμοστάτης
|
ανεμοστάτης αρσενικό
|