ανεμομελωδός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
ανεμομελωδός < ανεμο- + μελωδός
Ουσιαστικό επεξεργασία
ανεμομελωδός αρσενικό
- (μουσικό όργανο) διακοσμητικό εκκρεμές μεταλλόφωνο
Μεταφράσεις επεξεργασία
ανεμομελωδός
ανεμομελωδός < ανεμο- + μελωδός
ανεμομελωδός αρσενικό