(Χρειάζεται τεκμηρίωση…)

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αναμελιά οι αναμελιές
      γενική της αναμελιάς των αναμελιών
    αιτιατική την αναμελιά τις αναμελιές
     κλητική αναμελιά αναμελιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

αναμελιά < ανεμελιά με τροπή [e] > [a] < ανέμελος

  Ουσιαστικό επεξεργασία

αναμελιά θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία