Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αμαξοδήγηση οι αμαξοδηγήσεις
      γενική της αμαξοδήγησης των αμαξοδηγήσεων
    αιτιατική την αμαξοδήγηση τις αμαξοδηγήσεις
     κλητική αμαξοδήγηση αμαξοδηγήσεις
Η λόγια γενική ενικού σε -εως δε συνηθίζεται σε νεότερες λέξεις.
Κατηγορία όπως «παγκοσμιοποίηση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

αμαξοδήγηση < (άμαξα) αμαξ- + οδήγηση

  Ουσιαστικό επεξεργασία

αμαξοδήγηση θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία