αλλαντοβιομηχανία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αλλαντοβιομηχανία < αλλαντ(ικό) + -ο- + βιομηχανία
Ουσιαστικό
επεξεργασίααλλαντοβιομηχανία θηλυκό
- η βιομηχανία αλλαντικών
Μεταφράσεις
επεξεργασία αλλαντοβιομηχανία
|
αλλαντοβιομηχανία θηλυκό
|