• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

αλλάς

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : ἀλλᾶς, ἅλας, άλας

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αλλάς οι αλλάντες
      γενική του αλλάντος των αλλάντων
    αιτιατική τον αλλάντα τους αλλάντες
     κλητική αλλάς αλλάντες
όπως «αρχαιόκλιτα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
αλλάς < αρχαία ελληνική ἀλλᾶς

Ουσιαστικό

επεξεργασία

αλλάς αρσενικό

  • (καθαρεύουσα) → δείτε τη λέξη ἀλλᾶς
    1. αλλαντικό
    2. λουκάνικο

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    αλλάς
  • → δείτε τις λέξεις αλλαντικό και λουκάνικο
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=αλλάς&oldid=5590485"
Τελευταία επεξεργασία στις 1 Σεπτεμβρίου 2022, στις 03:44

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 1 Σεπτεμβρίου 2022, στις 03:44.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας