↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το αλκένιο τα αλκένια
      γενική του αλκενίου
αλκένιου
των αλκενίων
    αιτιατική το αλκένιο τα αλκένια
     κλητική αλκένιο αλκένια
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
αλκένιο < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

αλκένιο ουδέτερο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία