Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ακτιβίστρια
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
ακτιβίστρι
α
οι
ακτιβίστρι
ες
γενική
της
ακτιβίστρι
ας
των
ακτιβιστρι
ών
αιτιατική
την
ακτιβίστρι
α
τις
ακτιβίστρι
ες
κλητική
ακτιβίστρι
α
ακτιβίστρι
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ακτιβίστρια
<
ακτιβιστής
+ κατάληξη θηλυκού
-ίστρια
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ακτιβίστρια
θηλυκό
→
δείτε
τη λέξη
ακτιβιστής
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ακτιβίστρια
γαλλικά
:
activiste
(fr)
,
militante
(fr)