Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αζυμοφαγία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
αζυμοφαγί
α
οι
αζυμοφαγί
ες
γενική
της
αζυμοφαγί
ας
των
αζυμοφαγι
ών
αιτιατική
την
αζυμοφαγί
α
τις
αζυμοφαγί
ες
κλητική
αζυμοφαγί
α
αζυμοφαγί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
αζυμοφαγία
<
αρχαία ελληνική
ἀζυμοφαγία
<
ἄζυμος
+
-φαγία
(<
τρώγω
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αζυμοφαγία
θηλυκό
η
κατανάλωση
άζυμου
άρτου
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αζυμοφαγία