Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αεροφράκτης
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
αεροφράκτ
ης
οι
αεροφράκτ
ες
γενική
του
αεροφράκτ
η
των
αεροφρακτ
ών
αιτιατική
τον
αεροφράκτ
η
τους
αεροφράκτ
ες
κλητική
αεροφράκτ
η
αεροφράκτ
ες
Κατηγορία
όπως «
ναύτης
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
αεροφράκτης
<
αερο-
+
φράκτης
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αεροφράκτης
αρσενικό
(
νεολογισμός
)
κατασκευή
που περιορίζει τις αρνητικές συνέπειες του
ανέμου
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αεροφράκτης