Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αγκιναροφαγία οι αγκιναροφαγίες
      γενική της αγκιναροφαγίας των αγκιναροφαγιών
    αιτιατική την αγκιναροφαγία τις αγκιναροφαγίες
     κλητική αγκιναροφαγία αγκιναροφαγίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

αγκιναροφαγία < αγκινάρ(α) + -ο- + -φαγία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Ουσιαστικό επεξεργασία

αγκιναροφαγία θηλυκό, χωρίς πληθυντικό

  Μεταφράσεις επεξεργασία