Χαύτας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Χαύτας | οι | Χαύτηδες & Χαυταίοι |
γενική | του | Χαύτα | των | Χαύτηδων & Χαυταίων |
αιτιατική | τον | Χαύτα | τους | Χαύτηδες & Χαυταίους |
κλητική | Χαύτα | Χαύτηδες & Χαυταίοι | ||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Γρίβας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Χαύτας < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈxa.ftas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Χαύ‐τας
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΧαύτας αρσενικό (θηλυκό Χαύτα)