Φασιανός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Φασιανός < φασιανός
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /fa.sçaˈnos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Φα‐σια‐νός
Κύριο όνομα επεξεργασία
Φασιανός αρσενικό (θηλυκό Φασιανού)
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Αλέκος Φασιανός στη Βικιπαίδεια (1935-2022), ζωγράφος