Τριφύλλης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /tɾiˈfi.lis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Τρι‐φύλ‐λης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΤριφύλλης αρσενικό (θηλυκό Τριφύλλη)
Συγγενικά
επεξεργασία- Τριφυλλιάνικα (τοπωνύμιο)
Μεταγραφές
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ Εμμανουήλ Π. Καλλίγερος (2002), Κυθηραϊκά επώνυμα. Ιστορική, γεωγραφική και γλωσσική προσέγγιση, Αθήνα: Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών.