Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Τουρκοβασίλης οι Τουρκοβασίληδες
      γενική του Τουρκοβασίλη των Τουρκοβασίληδων
    αιτιατική τον Τουρκοβασίλη τους Τουρκοβασίληδες
     κλητική Τουρκοβασίλη Τουρκοβασίληδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Βαμβακάρης (κλίση: μανάβης)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Τουρκοβασίλης < τουρκο- + Βασίλης

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /tuɾ.ko.vaˈsi.lis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Τουρ‐κο‐βα‐σί‐λης

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Τουρκοβασίλης αρσενικό (θηλυκό Τουρκοβασίλη)

Δείτε επίσης επεξεργασία

Μεταγραφές επεξεργασία