Τζελίλης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Τζελίλης < προέλευσης από την αλβανική Xhelili (Τζελίλι) ή την τουρκική celil [ < αραβική جليل (jalīl, έξοχος) ]
- Συγγενή επώνυμα: τουρκικά Celiloğlu (Τζελίλογλου)
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΤζελίλης αρσενικό (θηλυκό Τζελίλη)