Σχοινιάς
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Σχοινιάς | οι | Σχοινιάδες |
γενική | του | Σχοινιά | των | Σχοινιάδων |
αιτιατική | τον | Σχοινιά | τους | Σχοινιάδες |
κλητική | Σχοινιά | Σχοινιάδες | ||
Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Σχοινιάς < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /sçiˈɲas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Σχοι‐νιάς
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΣχοινιάς αρσενικό