Σπηλιωτόπουλος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Σπηλιωτόπουλος | οι | Σπηλιωτόπουλοι & Σπηλιωτοπουλαίοι1 |
γενική | του | Σπηλιωτόπουλου & Σπηλιωτοπούλου |
των | Σπηλιωτόπουλων2 & Σπηλιωτοπουλαίων |
αιτιατική | τον | Σπηλιωτόπουλο | τους | Σπηλιωτόπουλους3 & Σπηλιωτοπουλαίους |
κλητική | Σπηλιωτόπουλε | Σπηλιωτόπουλοι & Σπηλιωτοπουλαίοι | ||
1. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι. 2. Παρωχημένη γενική πληθυντικού: Σπηλιωτοπούλων 3. Παρωχημένη αιτιατική πληθυντικού: Σπηλιωτοπούλους | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παπαδόπουλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Σπηλιωτόπουλος < Σπηλιώτ(ης) + -όπουλος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΣπηλιωτόπουλος αρσενικό (θηλυκό Σπηλιωτοπούλου)
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε Σπηλιώτης
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Άρης Σπηλιωτόπουλος στη Βικιπαίδεια (γενν. 1966), πολιτικός