Δείτε επίσης: σκουφάς

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Σκουφάς οι Σκουφάδες
      γενική του Σκουφά των Σκουφάδων
    αιτιατική τον Σκουφά τους Σκουφάδες
     κλητική Σκουφά Σκουφάδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παλαμάς (κλίση: ψαράς)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Σκουφάς < επάγγελμα σκουφάς[1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /skuˈfas/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σκου‐φάς

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Σκουφάς αρσενικό (θηλυκό Σκουφά)

Δείτε επίσης επεξεργασία

Μεταγραφές επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Σκουφάς σελ.203 - Συμεωνίδης, Χαράλαμπος. (2015) Παράρτημα: Αρχαία ελληνικά τοπωνύμια και επώνυμα..., [έως και νεότερα επώνυμα, ετυμολογίες], σελ.195-207 στο Ο γλωσσικός χάρτης της Κεντρικής και Βόρειας Ελλάδας κατά την αρχαιότητα (συλλογικό, επιμ. Κανάκης, Γεώργιος Κ.) Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2015 pdf.