Σκλαβοχώρι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Σκλαβοχώρι | τα | Σκλαβοχώρια |
γενική | του | Σκλαβοχωρίου | των | Σκλαβοχωρίων |
αιτιατική | το | Σκλαβοχώρι | τα | Σκλαβοχώρια |
κλητική | Σκλαβοχώρι | Σκλαβοχώρια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Σκλαβοχώρι ουδέτερο (παλιότερα: Σκλαβοχώριον)
Μεταφράσεις επεξεργασία
Σκλαβοχώρι
|