Σεράφης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Σεράφης < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /seˈɾa.fis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Σε‐ρά‐φης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΣεράφης αρσενικό (θηλυκό Σεράφη)
Συγγενικά
επεξεργασία- Σεράφειο (επωνυμία)