Δείτε επίσης: σαρμάς
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Σαρμάς οι Σαρμάδες
      γενική του Σαρμά των Σαρμάδων
    αιτιατική τον Σαρμά τους Σαρμάδες
     κλητική Σαρμά Σαρμάδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παλαμάς (κλίση: ψαράς)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Σαρμάς < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /saɾˈmas/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σαρ‐μάς

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Σαρμάς αρσενικό (θηλυκό Σαρμά)

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Μεταγραφές

επεξεργασία