Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Σαραντούλα οι Σαραντούλες
      γενική της Σαραντούλας
    αιτιατική τη Σαραντούλα τις Σαραντούλες
     κλητική Σαραντούλα Σαραντούλες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Σαραντούλα <   + υποκοριστικό επίθημα -ούλα • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Σαραντούλα θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία