Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των σελίδων που χρειάζονται επιμέλεια και έλεγχο
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού.

Για έλεγχο. Αν είναι του Ευστάθιου (12ος αιώνας) και δεν υπάρχει παλιότερη αναφορά στη λέξη, τότε ίσως είναι μεσαιωνικό λήμμα. Sarri.greek 16:46, 28 Ιουλίου 2021 (UTC).



Δείτε επίσης: Πορφυρούσα
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Πορφυροῦσ αἱ Πορφυροῦσαι
      γενική τῆς Πορφυρούσης τῶν Πορφυρουσῶν
      δοτική τῇ Πορφυρούσ ταῖς Πορφυρούσαις
    αιτιατική τὴν Πορφυροῦσᾰν τὰς Πορφυρούσᾱς
     κλητική ! Πορφυροῦσ Πορφυροῦσαι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Πορφυρούσ
γεν-δοτ τοῖν  Πορφυρούσαιν
Συνήθως στον ενικό.
1η κλίση, ομάδα 'γλῶσσα', Κατηγορία 'γλῶσσα' όπως «γλῶσσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Πορφυροῦσα < πορφύρα[1]

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Πορφυροῦσα θηλυκό (ελληνιστική κοινή)?

  • νησί της Ελλάδας, τα Κύθηρα
    ※  12ος αιώνας Ευστάθιος Θεσσαλονίκης, Παρεκβολαί εὶς τὴν Ὁμήρου Ἰλιάδα, 1024 Τόμος 2, σελ.277 books.google
    Κύθηρα δὲ ἐν οὐδετέρῳ γένει νῆσος πρὸς τῇ Κρήτῃ, ὥς φησιν ὁ γράψας τὰ Ἐθνικά, ἥ ποτε καὶ Πορφυροῦσα, ὡς καὶ ἀλλαχοῦ ἐγράφη, διὰ τὸ καλλίστας φέρειν πorφύρας.
    Σχολιάζει τα Εθνικά του Στέφανου Βυζάντιου του 5ου αιώνα. Δεν προσδιορίζει («ἀλλαχοῦ») την πηγή του ονόματος «Πορφυροῦσα»). Επίσης, δείτε τον Κατάλογο (1828, επιμελητής Gottfried Stallbaum) σελ.396@books.google

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. Σχόλιο με παραπομπή στον Ευστάθιο σε έκδοση κειμένου του Στέφανου Βυζάντιου, Εθνικά, (Λειψία: Kuehn, 1825), σελ. 940)